κοσκινάς

κοσκινάς
I
Επώνυμο αγωνιστών του 1821.
1. Διονύσιος. Καταγόταν από την Κέρκυρα. Αρχικά πολέμησε στον τακτικό στρατό των Επτανησίων. Αργότερα μετέβη στην Πελοπόννησο, όπου συμμετείχε σε πολλές επιχειρήσεις εκεί καθώς και στην εκστρατεία της Αττικής. Μετά την απελευθέρωση εξακολούθησε να υπηρετεί στον στρατό με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού.
2. Νικόλαος. Καταγόταν από την Καλαμάτα. Συμμετείχε στον Αγώνα από την αρχή του, ως επικεφαλής ενός σώματος συμπατριωτών του. Διακρίθηκε στις επιχειρήσεις εναντίον του Ιμπραήμ. Σκοτώθηκε έξω από την Πάτρα τον Φεβρουάριο του 1827, ενώ καταδίωκε προσκυνημένους Πελοποννήσιους.
3. Παναγιώτης. Καταγόταν από την Καλαμάτα. Συμμετείχε σε πολλές επιχειρήσεις και διακρίθηκε στις μάχες εναντίον του Ιμπραήμ. Αργότερα πήγε στο Μεσολόγγι, όπου και σκοτώθηκε στη διάρκεια κάποιας μάχης.
II
Ονομασία τεσσάρων οικισμών.
1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 570 μ., 87 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριχωνίδος του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, στις νότιες πλαγιές του Παναιτωλικού όρους. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θέρμου.
2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 70 μ., 197 κάτ.) του νομού Ηλείας. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 22 χλμ. Δ του Πύργου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αρχαίας Ολυμπίας.
3. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 95 μ., 559 κάτ.) του νομού Καρδίτσης. Βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα του νομού, 23 χλμ. ΒΑ της πόλης της Καρδίτσας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Παλαμά.
4. Οικισμός (29 κάτ.) της Χίου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αμανής του νομού Χίου.
* * *
ο, θηλ. -ού (Μ κοσκινάς, θηλ. -ού) [κόσκινον]
αυτός που κατασκευάζει ή πουλάει κόσκινα
νεοελλ.
1. το θηλ. η κοσκινού
η σύζυγος τού κοσκινά
2. παροιμ. «βάζει κι η κοσκινού τον άντρα της με τους πραματευτάδες» — λέγεται γι' αυτούς που κομπάζουν για ασήμαντο λόγο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κοσκινάς — ο θηλ. κοσκινού αυτός που κατασκευάζει ή αυτός που πουλά κόσκινα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Archea Olymbia — Gemeinde Archea Olymbia Δήμος Αρχαίας Ολυμπίας (Αρχαία Ολυμπία) …   Deutsch Wikipedia

  • Archea Olympia — Gemeinde Archea Olymbia Δήμος Αρχαίας Ολυμπίας (Αρχαία Ολυμπία) DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Verwaltungsgliederung von Chios — Die Gemeinde Chios (griechisch Δήμος Χίου) wurde auf Grund des Kallikratis Programms aus den acht Vorgängergemeinden der griechischen Insel Chios zum 1. Januar 2011 gebildet. Sie umfasst die gesamte Insel, Verwaltungssitz ist die Stadt Chios …   Deutsch Wikipedia

  • -άδαινα — νεοελληνική ανδρωνυμική κατάληξη, θηλυκό ουσιαστικών που δηλώνουν επάγγελμα (πρβλ. την ανδρωνυμ. επαγγελμ. κατάληξη ού: μυλωνάς μυλωνού, κοσκινάς κοσκινού κ.λπ.), π.χ. η σύζυγος τού γαλατά, γαλατάδαινα τού αμαξά, αμαξάδαινα κ.λπ. Αναλογικά… …   Dictionary of Greek

  • κοσκινάδικο — το [κοσκινάς] εργαστήριο όπου κατασκευάζονται κόσκινα, κοσκινοποιείο …   Dictionary of Greek

  • κοσκινοποιός — ο (Α κοσκινοποιός) αυτός που κατασκευάζει κόσκινα, ο κοσκινάς …   Dictionary of Greek

  • κοσκινοπώλης — ο (Α κοσκινοπώλης) αυτός που πουλά κόσκινα, ο κοσκινάς …   Dictionary of Greek

  • κόσκινο — Όργανο που αποτελείται από ένα πλαίσιο και από έναν πυθμένα δικτυωτό ή από διάτρητο έλασμα. Χρησιμοποιείται για να διαχωρίζονται από μια μάζα ασύνδετων σωμάτων στοιχεία ή κόκκοι με διαστάσεις μικρότερες από αυτές των οπών του πυθμένα. Για… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”